Χαρτογραφώντας τις πληγές της κυπριακής Οικονομίας

Τρεις οικονομολόγοι προσεγγίζουν το πρόβλημα από την δική τους σκοπιά.

Του Χρήστου Μιχάλαρου

Η προσπάθεια που αφορά στην κυπριακή οικονομία εστιάζεται σε δύο συγγενείς πυλώνες. Από τη μια είναι η συγκράτηση των επιπτώσεων που έφερε μαζί της η πανδημία του κορωνοϊού και η απόφαση της Κυβέρνησης για lockdown: η διατήρηση των επιχειρήσεων στη ζωή, η προστασία των θέσεων εργασίας προκειμένου να αποφευχθεί ένα τσουνάμι απολύσεων και ανεργίας και η στήριξη των παραγωγικών φορέων. Από την άλλη, το στοίχημα της επόμενης ημέρας μοιάζει περισσότερο με πονοκέφαλο που σημαίνει συναγερμό στο σώμα, παρά με σταυρόλεξο για δυνατούς λύτες: τα ειδικά σχέδια λήγουν σε λίγους μόνος μήνες και οι εκτιμήσεις δείχνουν μια εικόνα ζοφερή. 

Ο κορωνοϊός οδήγησε τους αρμόδιους και τους αναλυτές στο να επαναπροσδιορίσουν σχεδόν “βίαια” τις δυνατότητες, τις ικανότητες και τα περιθώρια της κυπριακής Οικονομίας, ανακατατάσσοντας την λίστα των προτεραιοτήτων. 

Ποιες είναι όμως, οι μεγάλες πληγές και ποιες οι προκλήσεις εν μέσω ενός καλοκαιριού πολύ διαφορετικού και στενάχωρου απ’ ό,τι έδειχναν οι προβλέψεις στην αρχή της χρονιάς; 

Το Economy Today απευθύνθηκε σε τρεις οικονομολόγους με διαφορετική προσέγγιση απέναντι στα γεγονότα που παρακολουθούν στενά τα δρώμενα στην οικονομία. Το ερώτημα ήταν “ποιες είναι σήμερα οι τρεις μεγαλύτερες πληγές της Οικονομίας;” με τις απαντήσεις τους να φανερώνουν το εύρος του προβλήματος και των παραμέτρων που το επηρεάζουν. 

Εξάλλου, το υπερβολικά ρευστό διεθνές περιβάλλον και η αδυναμία συγκεκριμένων προβλέψεων για το άμεσο ακόμα μέλλον, καθιστά εκ των πραγμάτων δύσκολη την όποια προσπάθεια αυστηρής ιεράρχησης 

Ήρθαν τα πάνω κάτω

Σύμφωνα με τον οικονομολόγο Γιάννη Τελώνη, η Κύπρος είναι μια μικρή ανοικτή οικονομία με εξάρτηση στις υπηρεσίες – τουριστικό τομέα κατά κύριο λόγο και τις κατασκευές. 

“Η πανδημία βρήκε την οικονομία του τόπου σε φάση ανάκαμψης μετά την κρίση του 2013. Η πρωτοφανής έκταση και επίδραση της πανδημίας έφερε τα πάνω κάτω για άλλη μια φορά για την Κύπρο και δεδομένης  της εξάρτησης στους δύο τομείς έφερε ακόμη μια μεγάλη οικονομική κρίση. Το επιπρόσθετο στοιχείο που διαφοροποιεί αυτή την κρίση από την κρίση του 2013 είναι το ότι η (εξωτερική) ζήτηση για τους δυο βασικούς τομείς της οικονομίας μας επηρεάστηκε δραστικά τουλάχιστον για το 2020 και πιθανώς και για το 2021”, αναφέρει χαρακτηριστικά. 

Πρώτη πρόκληση για τον ίδιο αποτελεί η συνέχιση της επανεκκίνηση της οικονομίας / συνέχιση του αποτελεσματικού ελέγχου της υγειονομικής κατάστασης.

“Η προσπάθεια επανεκκίνησης εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την επιστροφή της εξωτερικής ζήτησης στον τουρισμό και τις κατασκευές. Εμείς από πλευράς μας πρέπει να διαφυλάξουμε το USP μας ως ασφαλής   προορισμός με ετοιμότητα αντιμετώπισης μιας αναζωπύρωσης των κρουσμάτων προς το τέλος του χρόνου. Εσωτερικά πρέπει να είμαστε έτοιμοι για την επιστροφή σε μια κανονικότητα  - σχολεία, δημόσιο, μεγάλες εταιρείες αλλά και οι μικρομεσαίοι – ώστε να διατηρηθεί η εγχώρια ζήτηση και να περιοριστεί η ανεργία”, αναφέρει. 

Επιπλέον, ο κος Τελώνης θέτει το ζήτημα των δημόσιων οικονομικών, καθώς αυτά έχουν δεχθεί το βάρος της διατήρησης του ιστού της οικονομίας σε ζωή κι την προστασία των θέσεων εργασίας. Παρόλο που θα υπάρξει βοήθεια από την Ευρωπαϊκή Ένωση και μια περίοδος ανοχής από πιστοληπτικούς οίκους – θα πρέπει άμεσα να αρχίσει ο σχεδιασμός για την απογαλάκτιση  της οικονομίας από τις κρατικές ενισχύσεις ώστε να αρχίσει να ξανακτίζεται η φερεγγυότητα του κράτους. Αναπόφευκτα η εφαρμογή του σχεδιασμού  θα αναμένεται μέσα στον επόμενο χρόνο.  

Τέλος, “παρών” στις ανησυχίες δηλώνει και το ζήτημα του ιδιωτικού χρέους, με την Κύπρο να διαθέτει ένα από τα πιο ψηλά ποσοστά στον κόσμο ιδιωτικού χρέους – και ΜΕΔ τα οποία αναμένεται να αυξηθούν. 

“Το πρόβλημα αυτό υποσκάπτει τα θεμέλια της οικονομίας, περιορίζει την ανάπτυξη και έχει σοβαρές κοινωνικές διαστάσεις. Για το επόμενο 12μηνο η προσοχή θα πρέπει να στραφεί προς την ελαχιστοποίηση νέων ΜΕΔ ειδικά στον τουριστικό τομέα με χρήση των κατάλληλων εργαλείων ( αναστολή τόκων , μετοχοποίηση χρεών κλπ)”, αναφέρει. 

Η ζεστή πληγή του "τουρισμού"

Από την πλευρά του ο Αναπληρωτής Καθηγητής Χρηματοοικονομικών στο CIIM Γιώργος Θεοχαρίδης θέτει στην κορυφή των προβλημάτων την πορεία του Τουρισμού. 

Ο τουρισμός δέχτηκε μεγάλο πλήγμα από την πανδημία. Και σαν ένας από τους βασικούς πυλώνες της κυπριακής οικονομίας, η ζημιά στην τουριστική βιομηχανία μας επηρεάζει όλους. Μέχρι τώρα ο αριθμός τουριστικών αφίξεων είναι σε πολύ χαμηλά επίπεδα. Υπάρχουν όμως ακόμη ελπίδες για βελτίωση της κατάστασης στους επόμενους μήνες αφού η τουριστική περίοδος επεκτείνεται και στο φθινόπωρο. Αν βελτιωθεί η υγειονομική κατάσταση στις παραδοσιακές αγορές (Αγγλία, Ρωσία) και αυξηθεί η ροή τουριστών τότε θα μετριάσουμε τη ζημιά.

Σημαντικό πρόβλημα θεωρεί ο κος Θεοχαρίδης και τα εργασιακά, στα οποία εντοπίζει όπως είναι φυσιολογικό μεγάλη αβεβαιότητα, για όταν τελειώσουν τα μέτρα στήριξης από την κυβέρνηση τον Οκτώβριο. Λόγω μείωσης εργασιών θεωρώ ότι εταιρείες θα χρειαστούν να προβούν σε αλλαγές στις εργασιακές συμβάσεις (μείωση ωρών απασχόλησης, μείωση μισθών, και ακόμη και απολύσεις). 

“Ακόμη δεν έχουμε δει το εύρος της επίπτωσης της πανδημίας στα εργασιακά θέματα αφού προς το παρόν έχουμε τα μέτρα στήριξης από το κράτος. Προβλέπεται όμως η κατάσταση να χειροτερεύσει το φθινόπωρο και γι΄αυτό το λόγο χρειάζεται υπεύθυνη αντιμετώπιση από όλους τους οργανισμούς (ιδιωτικούς και δημόσιους)”, τονίζει. 

Επιπλέον, επανέρχεται κι αυτός στο ζήτημα των μη εξυπηρετούμενων δανείων, το οποίο, μπορεί να έχει μπει στον “πάγο” της δημόσιας συζήτησης, αλλά δεν έχει λυθεί. 

“Προς το παρόν υπάρχει η αναστολή των τραπεζικών δόσεων μέχρι το τέλος του χρόνου. Από το 2021 όμως οι δανειολήπτες θα πρέπει να ξαναρχίσουν να πληρώνουν τις δόσεις τους. Υπάρχει ο φόβος ότι αρκετοί θα αδυνατούν να πληρώσουν, αυξάνοντας τον αριθμό των ΜΕΔ. Αν έχουμε τέτοια εξέλιξη θα δημιουργήσει επιπρόσθετα προβλήματα στις τράπεζες (ήδη έχουν υψηλό αριθμό ΜΕΔ στον ισολογισμό τους) αλλά και στην οικονομία γενικότερα”, τονίζει ο κος Θεοχαρίδης. 

Το "κλειδί" είναι η εξωτερική ζήτηση

Σύμφωνα με τον οικονομολόγο Μιχάλη Φλωρεντιάδη, η Κύπρος ως μια μικρή και ανοικτή οικονομία που επικεντρώνεται στον κλάδο των υπηρεσιών, βασίζεται στην εξωτερική ζήτηση για ουσιαστικό κομμάτι της οικονομικής δραστηριότητας. 

“Η διακοπή των τακτικών αεροπορικών συγκοινωνιών και οι προκλήσεις της πανδημίας, έχουν πλήξει καίρια τομείς όπως τον τουρισμό καθώς και τομείς παροχής επαγγελματικών υπηρεσιών και πώλησης και διαχείρισης ακίνητης περιουσίας. Ενώ το εμπόριο βιομηχανικών προϊόντων δεν έχει επηρεαστεί σε τόσο μεγάλο βαθμό, οι υπηρεσίες που βασίζονται σε μεγάλο βαθμό σε αεροπορικές συγκοινωνίες, έχουν επηρεαστεί δυσανάλογα”, αναφέρει. 

Όσον αφορά στην δεύτερη μεγάλη πρόκληση, κατά τον ίδιο, είναι η απουσία ουσιαστικού δημοσιονομικού “μαξιλαριού”, καθώς η κρίση βρήκε την Κύπρο με ήδη υψηλό λόγο δημοσίου χρέους προς ΑΕΠ και αυτό ίσως να στερήσει τη δυνατότητα από το κράτος να στηρίξει την οικονομία μέσω περαιτέρω παροχών και έκτακτων δαπανών. 

“Με απλά λόγια, σε περίπτωση παρατεταμένης κρίσης ή νέου κύματος της ασθένειας για παράδειγμα, το κράτος ίσως να μην μπορέσει να παίξει τον ρόλο που θα έπρεπε λόγω της κακής εικόνας του δημοσίου χρέους”, εξηγεί. 

Η τρίτη “ανοικτή πληγή” είναι οι προκλήσεις που ενδέχεται να αντιμετωπίσει το τραπεζικό σύστημα σε περίπτωση που πολλές επιχειρήσεις αδυνατούν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις και συγκεκριμένα στην εξυπηρέτηση των δανείων τους. 

Αξίζει εδώ να γίνει για άλλη μια φορά μνεία στις μεγάλες και έντονες προσπάθειες που καταβλήθηκαν για την μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, τα οποία αποτελούσαν πρόκληση ακόμα και πριν από την πανδημία. Οι υπερχρεωμένες επιχειρήσεις και νοικοκυριά δυστυχώς μπορεί να οξύνουν ακόμη περισσότερο το πρόβλημα αυτό.

“Οι όποιες οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας παγκοσμίως θα εξαρτηθούν και από την εξέλιξη της υγειονομικής κρίσης, την εξεύρεση φαρμάκων, θεραπειών και εμβολίων αλλά και την εφαρμογή προληπτικών μέτρων. Η Κύπρος είχε σχετική επιτυχία στον περιορισμό των κρουσμάτων στο εσωτερικό της, γεγονός που απέτρεψε ακόμη χειρότερα σενάρια”, καταλήγει ο κος Φλωρεντιάδης. 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ