Όταν το εργοστάσιο Rheinwerk σταμάτησε τη λειτουργία του το 2023, επικαλούμενο τις υπέρογκες τιμές ενέργειας, προκάλεσε σοκ σε μια χώρα που στοιχειώνεται από την απειλή της αποβιομηχάνισης.
Το εργοστάσιο βουίζει τώρα με δραστηριότητα όλο το εικοσιτετράωρο αλλά υπάρχει μια διαφορά: οι τεράστιοι μεταλλικοί όγκοι αλουμινίου κατασκευάζονται από κυριολεκτικά σκουπίδια – γεγονός που τους καθιστά λιγότερο ενεργοβόρους και πιο βιώσιμους από το πρωτογενές αλουμίνιο.
«Χτίζουμε τον έναν κλίβανο ανακύκλωσης μετά τον άλλον», δήλωσε ο Βόλκερ Μπακς, διευθύνων σύμβουλος της Speira, της εταιρείας που διαχειρίζεται το Rheinwerk. «Παίρνουμε στα σοβαρά την πράσινη μετάβαση».
Δεν ήταν μια εύκολη απόφαση, δήλωσε ο ίδιος, αλλά μια η οποία ήταν αναγκαία – τόσο για το κέρδος όσο και για τον πλανήτη. «Βλέπουμε την ανακύκλωση ως το μέλλον μας», προσέθεσε.
Η ίδια δύσκολη επιλογή περιμένει τις εταιρείες και τις κυβερνήσεις σε ολόκληρη την ήπειρο: Να στηρίξουν προϊόντα και πρακτικές που δεν είναι πλέον ανταγωνιστικές ή να τις εγκαταλείψουν. Το θέμα περιπλέκεται από την εκτίναξη του κόστους, τον έντονο ανταγωνισμό από την Κίνα και τον διαφαινόμενο εμπορικό πόλεμο με τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Οι εταιρείες πρέπει να αποφασίσουν αν θα εγκαταλείψουν ή θα επενδύσουν χρήματα σε τμήματα των επιχειρήσεών τους των οποίων η πράσινη μετάβαση θα κοστίσει δισεκατομμύρια. Οι κυβερνήσεις πρέπει να αποφασίσουν πώς -και ποιους- θα βοηθήσουν.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έδωσε μια πρώτη απάντηση με το Clean Industrial Deal. Το σχέδιο προτείνει τα αναγκαία μέτρα για τη μείωση των τιμών της ενέργειας και την τόνωση των επενδύσεων. Αλλά αγνοεί το πιο ακανθώδες ερώτημα: Ποιους τομείς και προϊόντα μπορεί και πρέπει να σώσει η ΕΕ και ποια πρέπει να αφήσει παράμερα;
Οι Βρυξέλλες δεν μπορούν να αποφεύγουν αυτό το ερώτημα για πάντα. Η απάντηση θα καθορίσει όχι μόνο το πώς θα είναι η βιομηχανία και η αγορά εργασίας της ΕΕ τις επόμενες δεκαετίες, αλλά και την αυτονομία του μπλοκ: Από πού θα προμηθεύεται το αλουμίνιο για τις ανεμογεννήτριές του, το τσιμέντο για τα κτίριά του ή τον χάλυβα για τα όπλα του.
Οι επιλογές της Ευρώπης
Η εκτίναξη των τιμών της ενέργειας σφυροκόπησε την επί μακρόν δοκιμαζόμενη μεταποιητική βιομηχανία της ηπείρου μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία το 2022. Ορισμένες εταιρείες, ιδίως στον τομέα του χάλυβα, λένε ότι η μη αναστρέψιμη παρακμή μπορεί να αποτραπεί μόνο με άμεση πολιτική και οικονομική στήριξη.
Ο Μπακς υπενθυμίζει ότι καθώς το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας τετραπλασιάστηκε το 2022, η τιμή της ενέργειας για την παραγωγή ενός τόνου πρωτογενούς αλουμινίου έφτασε ξαφνικά πάνω από 5.000 ευρώ – διπλάσια από την τιμή του μετάλλου στην παγκόσμια αγορά.
Σε αντίθεση με τους προηγούμενους βιομηχανικούς μετασχηματισμούς, η πράσινη μετάβαση έχει προθεσμία λόγω της κατάστασης του πλανήτη: Όσο πιο γρήγορα σταματήσουμε να διοχετεύουμε διοξείδιο του άνθρακα στην ατμόσφαιρα, τόσο λιγότερο σοβαρή θα είναι η κλιματική αλλαγή. Οι επιστήμονες λένε ότι η επίτευξη του net zero έως το 2050 θα αποτρέψει τα χειρότερα και η ΕΕ έχει κατοχυρώσει αυτή την ημερομηνία-στόχο στο νόμο.
Οι ενεργοβόροι τομείς της μεταποίησης – μια κατηγορία που περιλαμβάνει τον χάλυβα, το τσιμέντο, το αλουμίνιο, τα χημικά και άλλα – ευθύνονται για περισσότερο από το ένα πέμπτο των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου στην ΕΕ και η μετάβασή τους θα είναι χρονοβόρα και δαπανηρή. Θα πρέπει να αλλάξουν τις διαδικασίες παραγωγής τους, να χρησιμοποιούν καθαρή ενέργεια, να προμηθεύονται περισσότερα ανακυκλωμένα υλικά και να δεσμεύουν το υπόλοιπο διοξείδιο του άνθρακα.
Το Clean Industrial Deal της Επιτροπής επιδιώκει να αντιμετωπίσει πολλές από τις ανησυχίες των κατασκευαστών, προτείνοντας ποσοστώσεις για την τόνωση της ζήτησης και νέα μέτρα για την αναβάθμιση των δικτύων ηλεκτρικής ενέργειας και τη μείωση των τιμών.
Ταυτόχρονα, το εκτελεστικό όργανο της ΕΕ αποφεύγει να διαλέξει νικητές και ηττημένους στην πράσινη μετάβαση. Ωστόσο, πρέπει να ληφθούν επείγουσες αποφάσεις σχετικά με το ποιες βιομηχανίες θέλει να διατηρήσει η ΕΕ και πού είναι φθηνότερο και αποτελεσματικότερο να βασιστεί στις εισαγωγές.
Ο ρόλος του αλουμινίου
Το πού σε αυτό το χάσμα θα καταλήξει η πρωτογενής παραγωγή αλουμινίου είναι ένα ανοιχτό ερώτημα. Το μέταλλο βρίσκεται στα πάντα, από κουτιά αναψυκτικών και κουφώματα παραθύρων μέχρι στρατιωτικά αεροσκάφη και πυραύλους. Η ζήτηση αναμένεται επίσης να αυξηθεί κατακόρυφα τις επόμενες δεκαετίες, δεδομένης της σημασίας του ελαφρού υλικού για τεχνολογίες φιλικές προς το κλίμα, όπως οι ανεμογεννήτριες και τα ηλεκτρικά οχήματα.
Η ΕΕ έχει αναγνωρίσει τον στρατηγικό του ρόλο, προσθέτοντας το αλουμίνιο στον κατάλογο των κρίσιμων πρώτων υλών της. Το ΝΑΤΟ ακολούθησε το παράδειγμα πέρυσι, προειδοποιώντας ότι ο εφοδιασμός της συμμαχίας με το μέταλλο διατρέχει «πολύ υψηλό κίνδυνο» διαταραχής.
Ωστόσο, η παραγωγή φρέσκου αλουμινίου απαιτεί περισσότερη ηλεκτρική ενέργεια από οποιαδήποτε άλλη βιομηχανική μέθοδο παραγωγής – υπερδιπλάσια από τη μέση ετήσια κατανάλωση ενέργειας του Γερμανού για κάθε τόνο μετάλλου.
Όταν τα δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας της ΕΕ απαλλαγούν πλήρως από τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, η διαδικασία αυτή θα μπορούσε να λειτουργεί με 100% πράσινη ενέργεια. Επιπλέον, μόλις τα ακριβά ορυκτά καύσιμα δε χρησιμοποιούνται από το σύστημα, οι τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας θα πρέπει να μειωθούν.
Οι κατασκευαστές δεν μπορούν να περιμένουν. Οι εταιρείες της ΕΕ πληρώνουν δύο ή τρεις φορές περισσότερο για το ηλεκτρικό ρεύμα από τους κινέζους και αμερικανούς ανταγωνιστές τους και το σοκ των τιμών του 2022 ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι για πολλούς.
Όπως αναφέρει το POLITICO, η παραγωγή της Ευρώπης του λεγόμενου δευτερογενούς αλουμινίου, που κατασκευάζεται με τη χρήση ανακυκλωμένου μετάλλου, αυξήθηκε σταθερά.
Τα πλεονεκτήματά της είναι προφανή: η δευτερογενής παραγωγή απαιτεί 95% λιγότερη ενέργεια από την πρωτογενή παραγωγή – γεγονός που καθιστά σημαντικά χαμηλότερο το αποτύπωμα άνθρακα. Ένας τόνος πρωτογενούς αλουμινίου που παράγεται στην Ευρώπη εκπέμπει 6,7 τόνους CO2 κατά την κατασκευή. Το ποσοστό αυτό μειώνεται σε μόλις 0,5 τόνους για το αλουμίνιο που παράγεται εξ ολοκλήρου από απόβλητα. Θεωρητικά, το αλουμίνιο είναι απεριόριστα ανακυκλώσιμο.
Παρά ταύτα, οι βασικοί αγοραστές αλουμινίου στην ΕΕ – όπως οι αυτοκινητοβιομηχανίες – αντιμετωπίζουν προβλήματα, επηρεάζοντας τη βραχυπρόθεσμη ζήτηση. Ο τομέας αντιμετωπίζει επίσης ανταγωνισμό χαμηλού κόστους από την Κίνα, η οποία έχει επιταχύνει την παραγωγή αλουμινίου. Επιπλέον, ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ μόλις ανακοίνωσε δασμούς 25 τοις εκατό στο αλουμίνιο, πλήττοντας τις εξαγωγές των εταιρειών της ΕΕ.
Αλλά το κόστος παραγωγής, ιδίως για την ενέργεια, είναι το κορυφαίο πρόβλημα για την ευρωπαϊκή βιομηχανία – και ορισμένοι υποστηρίζουν ότι το τίμημα της διατήρησης της πρωτογενούς παραγωγής απλώς δεν αξίζει τον κόπο. Οι βιομηχανικές ενώσεις και τα συνδικάτα, ωστόσο, προειδοποιούν κατά της εγκατάλειψης της εγχώριας πρωτογενούς παραγωγής.
Η επιλογή των Βρυξελλών
Η εξουσία της Επιτροπής να λαμβάνει στρατηγικές αποφάσεις σχετικά με το μέλλον της βιομηχανίας είναι περιορισμένη. Ακόμη και όταν η εκτελεστική εξουσία της ΕΕ μπορεί να λάβει αποφάσεις, χρειάζεται τη σύμφωνη γνώμη της πλειοψηφίας των εθνικών κυβερνήσεων.
Όταν η Επιτροπή πρότεινε την απαγόρευση των πωλήσεων νέων αυτοκινήτων με κινητήρα εσωτερικής καύσης μετά το 2035 -αποφασίζοντας να ποντάρει στα ηλεκτρικά οχήματα για το μέλλον- ακολούθησαν μαζικές αντιδράσεις.
Μετά τη συζήτηση για το 2035, οι Βρυξέλλες έχουν αντιμετωπίσει εκκλήσεις να διασφαλίσουν την «τεχνολογική ουδετερότητα» σε όλη τη χάραξη πολιτικής και να αφήσουν την αγορά και μόνο να αποφασίσει τι είναι βιώσιμο.
Οι κατασκευαστές καθαρών τεχνολογιών πιέζουν την ΕΕ να μην κάνει πίσω στις φιλοδοξίες της, προειδοποιώντας ότι η υποχώρηση στην ήδη ψηφισμένη νομοθεσία για το κλίμα κινδυνεύει να υπονομεύσει την πολιτική προβλεψιμότητα που χρειάζονται.
Οι Βρυξέλλες δεν θα μπορέσουν να τους κάνουν όλους ευτυχισμένους. Αλλά όσο πιο γρήγορα λάβουν αυτές τις αποφάσεις, τόσο πιο ομαλή θα είναι η μετάβαση.
Το μέλλον του αλουμινίου
Στο Rheinwerk, τα επίπεδα του εργατικού δυναμικού αναμένεται να επιστρέψουν σύντομα στους αριθμούς του 2023, καθώς η εταιρεία προσθέτει περισσότερες δυνατότητες ανακύκλωσης. Ενώ ορισμένα ευρωπαϊκά μεταλλουργεία επανεκκινούν την πρωτογενή παραγωγή τώρα που οι τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας έχουν πέσει στα προ της κρίσης επίπεδα, για την Speira δεν υπάρχει επιστροφή. Το Rheinwerk παράγει ήδη τόσο αλουμίνιο από ανακυκλωμένα κουτιά όσο συνήθιζε να παράγει από το μηδέν.
Τώρα, αντί για την ηλεκτρόλυση που απαιτεί πολύ ενέργεια, η διαδικασία στο Rheinwerk ξεκινά με τη διαλογή μέσα από μια θάλασσα χρησιμοποιημένων κουτιών ποτών.
Στην αίθουσα διαλογής, οι υπάλληλοι της Speira εγκατέστησαν μια βιτρίνα με τα αξιοπερίεργα που βρίσκουν – κέρματα, πινακίδες κυκλοφορίας, μια ανησυχητική ποσότητα κίτρινων μπρελόκ Minions και παροπλισμένα στρατιωτικά πυρομαχικά.
Μετά τη διαλογή, τα κουτάκια τεμαχίζονται, φιλτράρονται για ακαθαρσίες, μαλακώνουν σε τεράστιους φούρνους και στέλνονται για επαναχύτευση. Τα δύο τελευταία στάδια λειτουργούν με φυσικό αέριο, αν και η Speira έχει αρχίσει να αναμειγνύει οξυγόνο για να μειώσει τις εκπομπές.
Τελικά, οι κλίβανοι της Rheinwerk θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ακόμα και με υδρογόνο. Αλλά αυτό εξαρτάται από επαρκείς επενδύσεις σε αγωγούς για τη μεταφορά του καθαρού αερίου. Η Speira είναι προετοιμασμένη να επιτύχει κλιματική ουδετερότητα σε ολόκληρη την αλυσίδα παραγωγής της μέχρι το 2045, αλλά η εταιρεία δεν μπορεί να το κάνει μόνη της, δήλωσε ο Μπακς. Η ΕΕ και οι εθνικές κυβερνήσεις πρέπει να διασφαλίσουν την κατασκευή των απαραίτητων υποδομών.
Εάν οι υπεύθυνοι λήψης αποφάσεων στις Βρυξέλλες και τις πρωτεύουσες της ΕΕ δεν κάνουν το καθήκον τους, δε θα μείνει καμία εταιρεία για να απαλλαγεί από τον άνθρακα, προειδοποίησε: «Οι πολιτικές που προστατεύουν μόνο το κλίμα και δε διασφαλίζουν το μέλλον της οικονομίας είναι άσκοπες. Τι υποτίθεται ότι θα γίνει κλιματικά ουδέτερο αν δεν απομείνει τίποτα;», ρώτησε χαρακτηριστικά.
Πηγή: newmoney.gr
Διαβάστε επίσης: Οι 3 τομείς στους οποίους οι διαχειριστές 2 τρισ. δολαρίων θα επενδύσουν φέτος