Από τον πληθωρισμό της ζήτησης σε αυτόν του κόστους, ένας.. πόλεμος δρόμος

Ο πρώην Χρηματοοικονομικός Επίτροπος, Παύλος Ιωάννου, αναλύει γιατί η χροιά των πληθωριστικών πιέσεων είναι πλέον ιδεολογικοπολιτική - Απαντά επίσης για το αν και πότε «βλέπει» μείωση επιτοκίων

Το κεφάλαιο “πληθωριστικές πιέσεις” και “μειώσεις επιτοκίων” άνοιξε η εκπομπή του ΣΙΓΜΑ, Μεσημέρι και Κάτι, ζητώντας από τον πρώην Χρηματοοικονομικό Επίτροπο και οικονομολόγο Παύλου Ιωάννου να παραθέσει τις δικές του εκτιμήσεις για το τι μέλλει γενέσθαι. 

Σχολιάζοντας αρχικά, τη δυσκαμψία που παρατηρείται από πλευράς Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να προχωρήσει σε αποκλιμάκωση των επιτοκίων, ο κ. Ιωάννου ανέφερε πως όχι μόνο κάτι τέτοιο θα καθυστερήσει, αλλά καθίσταται πλέον ορατό το ενδεχόμενο τα επιτόκια να σταθεροποιηθούν σε ένα επίπεδο, ελαφρώς μεγαλύτερο του στόχου που έχουν θέσει για τον πληθωρισμό οι κεντρικές τράπεζες. Ο ίδιος εκτιμά πως εάν οι κεντρικές τράπεζες πετυχαίνουν τον στόχο τους, δηλαδή το 2%, τα επιτόκια θα κινούνται πέριξ αυτού του ποσοστού, προς την άνω πλευρά.  

Η αρχή του.. κακού δεν ήταν η Ουκρανία 

Αναλύοντας το τι ήταν αυτό που αποτέλεσε την αφετηρία των πληθωριστικών πιέσεων ευθύς εξ αρχής και που κατ’ επέκταση οδήγησε τις Κεντρικές Τράπεζες στην αύξηση των επιτοκίων για να καταπολεμήσουν την ακρίβεια, ο κ. Ιωάννου απέρριψε πως το ζήτημα τοποθετείται χρονικά στην περίοδο της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία 

Όπως εξήγησε, σίγουρα ο πόλεμος στην Ουκρανία επέτεινε τις πληθωριστικές πιέσεις, ωστόσο, αυτές υπήρχαν σαφέστατα πολύ πριν τον πόλεμο. 

Το γεγονός αυτό έχει μάλιστα δημιουργήσει και μια ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα συζήτηση στις ΗΠΑ εξαιτίας, όπως επεσήμανε, του γεγονότος ότι όταν ο πληθωρισμός κυμαινόταν πριν από μερικά χρόνια γύρω στο 4,8% οι ιθύνοντες της Κεντρικής Τράπεζας των ΗΠΑ, θεωρούσαν ότι η πληθωριστική πίεση που ασκείτο ήταν ένα παροδικό φαινόμενο και ότι δεν χρειάζονταν να ληφθούν ιδιαίτερα μέτρα. 

Αυτή η συζήτηση, σημείωσε ο κ. Ιωάννου, εξελίχθηκε σε πολύ έντονη διελκυστίνδα και μάλιστα συνεχίζεται, με αρκετά έντονη πλέον ιδεολογικοπολιτική χροιά. 

Κληθείς να εξηγήσει τους λόγους για τους οποίους θεωρεί πως τίθεται ζήτημα ιδεολογικοπολιτικό, ο πρώην Χρηματοοικονομικός Επίτροπος ανέφερε πως η προσέγγιση του θέματος εξαρτάτο στην ουσία σε ποια πλευρά του πολιτικού φάσματος των Ηνωμένων Πολιτειών - στο δίπολο Δημοκρατικοί - Ρεπουμπλικάνοι -άνηκαν οι εκάστοτε παράγοντες που το άγγιζαν. 

Από τον πληθωρισμό της ζήτησης σε εκείνον του κόστους

Όπως περιέγραψε, σε πρώτη φάση κάποιοι Δημοκρατικοί, ακολουθώντας την πολιτική Μπάιντεν, δεν ήθελαν να αυξηθούν τα επιτόκια, καθώς θεωρούσαν ότι επρόκειτο για παροδικό επεισόδιο. Στην πραγματικότητα αποδείχθηκε ότι δεν ήταν ακριβώς έτσι. 

Υπήρχε ένας πληθωρισμός ζήτησης, σημείωσε, λόγω του γεγονότος ότι υπήρχε συσσωρευμένη ρευστότητα, εξαιτίας των περιοριστικών μέτρων, αναστολή της κατανάλωσης ποικιλοτρόπως και ταυτόχρονα, λόγω των βοηθημάτων που παρέχονταν στην κοινωνία, ένα μέρος των οποίων δεν μπορούσε να ξοδευτεί λόγω των lockdown και των περιορισμών που υπήρχαν. 

Στη συνέχεια, είπε ο κ. Ιωάννου, με την άρση των μέτρων άρχισαν να εκδηλώνονται πληθωριστικές πιέσεις λόγω του πληθωρισμού ζήτησης, κάποιας μορφής υπερβάλλουσας ρευστότητας. Ταυτόχρονα, είχε δημιουργηθεί ένα φαινόμενο πληθωρισμού προσφοράς, εξαιτίας του ότι υπήρχε πρόβλημα στην εφοδιαστική αλυσίδα, κάτι το οποίο ωθούσε τις τιμές προς τα πάνω. “Είχαν φτάσει σε πολύ υψηλά επίπεδα”, ανέφερε. 

Το φαινόμενο που τελικά δεν ήταν “παροδικό” 

Ο Παύλος Ιωάννου ανέτρεξε μάλιστα στον Απρίλιο του 2021, όταν ο Πρόεδρος του Fed, Jerome Powel είχε πει ότι το φαινόμενο ήταν παροδικό, διατηρώντας τα επιτόκια σε πολύ χαμηλά επίπεδα και συγκεκριμένα, στο 0.25%. Την περίοδο εκείνη, συμπλήρωσε, ο πληθωρισμός είχε φτάσει στο 4,2%, την ώρα που ο στόχος ήταν στο 2% και ενώ ήταν περίπου ο διπλάσιος θεώρησαν πως δεν χρειαζόταν να ληφθούν καθόλου μέτρα. 

Υπενθύμισε δε, πως πριν ακόμη ξεκινήσει ο πόλεμος στην Ουκρανία, στις 30 Νοεμβρίου του 2021, ο Πρόεδρος του Fed ενώπιον της Γερουσίας και στην παρουσία της Υπουργού Οικονομικών των ΗΠΑ, Τζάνετ Γέλεν, δήλωσε ότι είναι πλέον κατάλληλη στιγμή να αποσύρουμε τον όρο παροδικό και να προσδιορίσουμε τη φύση του πληθωρισμού και τι μέτρα θα λάβουμε. 

“Ήδη ο πληθωρισμός στις ΗΠΑ έτρεχε στο 6,8%, υπερτριπλάσιο του στόχου του πληθωρισμού”, υπογράμμισε ο κ. Ιωάννου, προσθέτοντας πως αυτό έχει προκαλέσει πάρα πολλές συζητήσεις. 

Αναφερόμενος στη ρωσο-ουκρανική κρίση, είπε πως αυτή ήταν μεταγενέστερη, αφού ξεκίνησε τον Φεβρουάριο του 2022. “Μετά από αυτό άρχισαν έντονες πληθωριστικές πιέσεις, οι οποίες ήταν περισσότερο πληθωρισμός κόστους παρά ζήτησης, που οδήγησε και στη ραγδαία αύξηση των επιτοκίων, σε μία προσπάθεια τιθάσευσής του”, επεσήμανε.  

Το στοίχημα των εκλογών

Ερωτηθείς για το πώς τα ορόσημα των ευρωεκλογών, τον Ιούνιο του 2024 και των αμερικανικών εκλογών, τον προσεχή Νοέμβριο θα κρίνουν την εξέλιξη των επιτοκίων, ο κ. Ιωάννου σημείωσε πως στην περίπτωση των ΗΠΑ, η απερχόμενη κυβέρνηση, σίγουρα θα επιθυμούσε μία μείωση των επιτοκίων το συντομότερο για να “ελαφρυνθεί” ο κόσμος, αποκομίζοντας προεκλογικά οφέλη. 

Από την άλλη, ο Ντόναλντ Τράμπ έχει ξεκάθαρα δηλώσει ότι είναι εναντίον της διατήρησης των επιτοκίων στο ύψος αυτό που είναι, απειλώντας τον Πρόεδρο της Fed - τον οποίο ο ίδιος είχε διορίσει - ακόμα και με απόλυση. 

Παράλληλα, ο κ. Ιωάννου στάθηκε στο γεγονός πως οι Κεντρικές Τράπεζες για να λειτουργούν σωστά πρέπει να είναι ανεξάρτητες. “Αν αρχίσουν να λαμβάνονται υπόψη διάφορες πολιτικές συγκυρίες και η ανάγκη να υποβοηθηθεί μια πολιτική κατάσταση ή όχι, τότε παύει η Κεντρική Τράπεζα να λειτουργεί σωστά”, διεμήνυσε, τονίζοντας πως “η δημοκρατικά νομιμοποιημένη ανεξαρτησία της Κεντρικής Τράπεζας πρέπει να είναι αδιαπραγμάτευτη”. 

Φέρνοντας μάλιστα ως παράδειγμα προς αποφυγή την περίπτωση της Τουρκίας, είπε χαρακτηριστικά πως αν υπήρχαν ακριβείς μετρήσεις του πληθωρισμού, η Τουρκία θα μπορούσε να αποτελέσει ένα εργαστήριο νομισματικής θεωρίας και νομισματικής πολιτικής. “Αυτό που βλέπουμε είναι ουσιαστικά την πλήρη κατάργηση της ανεξαρτησίας της Κεντρικής Τράπεζας”, συμπλήρωσε. 

Στα χέρια των ΗΠΑ τα επιτόκια του.. κόσμου

Σε ό,τι αφορά το μέλλον των επιτοκίων, ο κ. Ιωάννου επανέλαβε πως ο βασικός επηρεασμός σχετίζεται με τα γεγονότα στις Ηνωμένες Πολιτείες και την οξύτατη αντιπαλότητα και την πόλωση που υπάρχει μεταξύ των δύο κομμάτων, η οποία είναι βαθύτατα ιδεολογική για διάφορους λόγους. 

Επιπρόσθετα, εξέφρασε την άποψη πως από Απρίλη και μετά θα δούμε το πιθανότερο κάποια μείωση, προσθέτοντας πως όταν αυτή ανακοινωθεί από πλευράς Fed, θα γίνει εν μέσω.. θριαμβολογίας. Όπως εξήγησε, ο επικεφαλής της Κεντρικής Τράπεζας των ΗΠΑ θα μιλήσει για το πόσο ισχυρή είναι η αμερικανική οικονομία, ενώ θα θρυαμβολογήσει για εκλογικά οφέλη. “Ιδίως αν είναι τεχνικά σωστή, θα πρέπει να κάνει αναφορά για την κατασταση στην οικονομία”, προέβλεψε. 

Σε σχέση με την Ευρωζώνη, ο κ. Ιωάννου υπογράμμισε πως για πρώτη φορά στην ιστορία του ευρώ φτάνουμε σε τέτοιο επίπεδο επιτοκίων. “Η ταχύτητα με την οποία επεσυνέβη αυτό το φαινόμενο έχει επιβαρύνει πάρα πολύ τη μεσαία τάξη, τις επιχειρήσεις και ούτω καθεξής”, σημείωσε, λέγοντας πως όλα αυτά θα αποτελέσουν μία σημαντική διάσταση της πολιτικής συζήτησης και της ατζέντας των Ευρωεκλογών. 

Καταλήγοντας, ανέφερε πως ο ρυθμός με τον οποίο θα μειώνονται τα επιτόκια, δεν θα είναι ανάλογος της ταχύτητας με την οποία αυξάνονταν, δηλαδή “δεν θα μειώνονται με την ίδια αύξηση μείωσης”, όπως επεσήμανε, εκτιμώντας πως θα αποτελέσει θέμα σοβαρής συζήτησης και στην ΕΕ και στις ΗΠΑ, ακριβώς λόγω του ότι είχε προηγηθεί θεωρία περί παροδικότητας. 

Τα αυξημένα επιτόκια που φούσκωσαν τα κέρδη

Ο κ. Ιωάννου αναφέρθηκε ακόμη και στα “υπερκέρδη” που καταγράφουν οι τράπεζες το τελευταίο διάστημα, λέγοντας πως αυτά δημιουργήθηκαν λόγω της αύξησης των επιτοκίων. Ο ίδιος πάντως δήλωσε πως δεν τάσσεται ενάντια των κερδών, ούτε στις τράπεζες ούτε ευρύτερα στη βιομηχανία, αφού όπως σημείωσε πρόκειται για ένδειξη υγιούς οικονομικής δραστηριότητας.  

Η αύξηση των επιτοκίων, όπως επεσήμανε, αποσκοπούσε στη μείωση της ενεργούς ζήτησης, κάτι το οποίο επιτυγχάνεται με την αφαίρεση ρευστότητας από τα νοικοκυριά. Αυτή η ρευστότητα μεταφέρεται στη συνέχεια στις τράπεζες λόγω του μηχανισμού των δανείων, ενώ μειώνεται επίσης, θεωρητικά και η ζήτηση για νέα δάνεια. 

“Εάν θα αυξήσουν τα επιτόκιο ή όχι οι τράπεζες επαφίεται στη δική τους κρίση”, σημείωσε, προσθέτοντας πως μια τράπεζα “εάν έχει υπερβάλλουσα ρευστότητα γιατί να ενθαρρύνει να αποκτήσει περισσότερη ρευστότητα, σε μια περίοδο, όπου επικρατεί τεράστια αβεβαιότητα και επομένως, πολλοί κίνδυνοι και να αντιμετωπίζει κινδύνους μετά στην δανειοδότηση στην οποία θα είναι υποχρεωμένη να προβεί για να καλύψει το κόστος των αυξημένων επιτοκίων”. 

Δείτε το βίντεο εδώ:

 

Διαβάστε επίσης: ΥΠΟΙΚ: Στα όρια της ύφεσης η ευρωπαϊκή οικονομία - Πώς ευνοείται η Κύπρος

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ